Αντικοινωνική Διαταραχή Προσωπικότητας


ΑΝΤΙΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ

Οι Διαταραχές Προσωπικότητας χαρακτηρίζονται από άκαμπτες και δυσπροσαρμοστικές απαντήσεις στο στρες. Συνήθως, εξαιτίας της ύπαρξης μιας διαταραχής προσωπικότητας επηρεάζεται όλη η ζωή του ατόμου και ιδιαίτερα οι σχέσεις του, με αποτέλεσμα σημαντική αναπηρία σε τρεις βασικές διαστάσεις της ζωής: αγάπη, εργασία, διασκέδαση.

Η Αντικοινωνική Διαταραχή Προσωπικότητας είναι από τις σοβαρή ψυχιατρική διαταραχή, η οποία χαρακτηρίζει το προφίλ αρκετών εγκληματικών προσωπικοτήτων. Ο όρος είναι σχετικά πρόσφατος και αναφέρεται στη διαταραχή προσωπικότητας που παλαιότερα ονομάζονταν «ψυχοπαθητική», «κοινωνιοπαθητική» ή «δυσκοινωνική». Κύριο γνώρισμα της Αντικοινωνικής Διαταραχής είναι το βαρύ ιστορικό περιφρόνησης και παραβίασης των δικαιωμάτων των άλλων, που εκδηλώνεται με ανεύθυνη και χωρίς ενοχές συμπεριφορά, αδιαφορία για τον νόμο, αδυναμία για σταθερή εργασία, εκμετάλλευση και χειραγώγηση των άλλων για προσωπικό όφελος, εξαπάτηση και δυσκολία στη δημιουργία σταθερών σχέσεων.

Το άτομο με Αντικοινωνική Διαταραχή, συχνά προκαλεί αρχικά καλή εντύπωση στις συναναστροφές του. Βρίσκεται σε εγρήγορση και είναι έξυπνο και φιλικό ενώ χαρακτηρίζεται από σπιρτάδα και πιάνει εύκολα κουβέντα. Δεν παρουσιάζει τίποτε το παράξενο εκ πρώτης όψεως και γι αυτό συχνά οι γείτονες στις μαρτυρίες τους για παραβατικές συμπεριφορές μεταξύ άλλων θα πουν ότι «ήταν καλό παιδί» ή ότι «δεν του φαίνονταν…» Το άτομο με Αντικοινωνική Διαταραχή φαίνεται να έχει τα πάντα υπό έλεγχο, μοιάζει να έχει ανοσία στο άγχος και στις στενοχώριες της καθημερινότητας, ενώ η γοητεία και η ειλικρίνειά του συχνά αφοπλίζουν.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό του Αμερικανού Γκάρι Γκίλμορ, ενός εγκληματία με «Διαταραχή Αντικοινωνικής Προσωπικότητας», του οποίου ο χαρακτήρας αναλύθηκε από το συγγραφέα Νόρμαν Μέιλερ. Ο Γκίλμορ λήστευε τα θύματά του, τα ανάγκαζε να ξαπλώσουν στο πάτωμα και στη συνέχεια τα πυροβολούσε. Όταν ρωτήθηκε γιατί το έκανε, απάντησε: «Συνήθεια, φίλε μου, το στυλ της ζωής μου.» Και συνέχισε: «Δεν ξέρω, είμαι παρορμητικός, δεν σκέφτομαι…» Η αντικοινωνική συμπεριφορά στα άτομα αυτά ξεκινάει πριν τα δεκαπέντε, οπότε και παρουσιάζονται κάποια συμπτώματα «Διαταραχής Διαγωγής», δηλαδή επιθετικότητα προς ανθρώπους και ζώα, καταστροφή ιδιοκτησίας, εξαπάτηση ή κλοπές και σοβαρή παραβίαση κανόνων. Στην εφηβεία, η σεξουαλική δραστηριότητα των ατόμων αυτών αρχίζει νωρίς και μπορεί να είναι ασυνήθιστα επιθετική ή βίαιη, εμφανίζεται συχνά κατάχρηση αλκοόλ και άλλων ουσιών και αρχίζουν οι δυσκολίες με το νόμο. Φτάνοντας στην ενήλικη ζωή, οι παραπάνω συμπεριφορές συνεχίζουν να είναι παρούσες. Επιπρόσθετα, τα άτομα αυτά δεν μπορούν να κρατήσουν υπεύθυνα μια δουλειά ή μία σχέση ή να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους ως γονείς και γενικά αδιαφορούν για τη δική τους ασφάλεια ή των άλλων (πχ οδηγούν συχνά μεθυσμένοι και έχουν πολλαπλά ατυχήματα). Στην κλινική τους εικόνα κυριαρχούν ο αλκοολισμός, η κοινωνική απομόνωση και οι παράνομες πράξεις.

Η ανικανότητά τους να αγαπήσουν είναι ένα ακόμα σημαντικό χαρακτηριστικό των ατόμων με Αντικοινωνική Διαταραχή Προσωπικότητας. Είναι μοναχικοί τύποι, χωρίς αληθινούς συναισθηματικούς δεσμούς. Αν και μπορούν να υποκριθούν ότι αγαπάνε και ότι κατανοούν τα συναισθήματα των άλλων, στην πραγματικότητα δεν έχουν κανένα αληθινό συναίσθημα. Υπάρχει έλλειψη συνέπειας και αίσθησης ευθύνης και γενικά η αδυναμία να μάθει το άτομο από τις εμπειρίες και τα λάθη του. Γι αυτά τα άτομα η τιμωρία δεν έχει νόημα και στην πραγματικότητα ουδέποτε πρόκειται να μάθουν να καταστέλλουν την αντικοινωνική ή εγκληματική τους δράση, ώστε να αποφύγουν τις όποιες συνέπειες (πχ μία ενδεχόμενη σύλληψη ή έναν εγκλεισμό).

Image Credit: ‘Der Jockey’ by Henri de Toulouse-Lautrec (1864 – 1901), Albertina, Vienna, WorldCat (repro from artbook), from Wikimedia Commons, found here

Όσον αφορά στα αίτια της διαταραχής, αν και δεν υπάρχουν σαφείς βιολογικές αιτίες, η έρευνα δείχνει ότι σε άτομα με αντικοινωνική διαταραχή, η αμυγδαλή (το μέρος του εγκεφάλου δηλαδή που είναι κυρίως υπεύθυνο για τη μάθηση από λάθη και για την ανταπόκριση σε λυπημένες και φοβισμένες εκφράσεις προσώπου), τείνει να είναι μικρότερη και να ανταποκρίνεται λιγότερο σθεναρά στις χαρούμενες, στις λυπημένες ή στις φοβισμένες εκφράσεις του προσώπου των άλλων. Αυτή η έλλειψη αντίδρασης ενδέχεται να συνδέεται με την έλλειψη ενσυναίσθησης, που τείνουν να έχουν τα αντικοινωνικά άτομα για τα συναισθήματα, τα δικαιώματα και τον πόνο των άλλων. Ενώ ορισμένα άτομα μπορεί να είναι πιο ευάλωτα στην ανάπτυξη αντικοινωνικής διαταραχής ως συνέπεια συγκεκριμένου γενετικού υποβάθρου, ο γενετικός παράγοντας θεωρείται ότι παίζει ρόλο μόνο εφόσον το άτομο εκτεθεί σε δυσμενείς συνθήκες (πχ κακοποίηση ή παραμέληση) οι οποίες πυροδοτούν και προκαλούν περαιτέρω ανάπτυξη της διαταραχής. Κατά συνέπεια το κοινωνικό και το οικογενειακό περιβάλλον συμβάλλει ιδιαιτέρως στην ανάπτυξη της αντικοινωνικής συμπεριφοράς. Οι γονείς «διαταραγμένων» παιδιών παρουσιάζουν συχνά και οι ίδιοι υψηλό επίπεδο αντικοινωνικής συμπεριφοράς. Σύμφωνα με εκτενείς έρευνες, οι περισσότεροι ανήλικοι παραβάτες έχουν γονείς με ιστορικό καταχρήσεων και ειδικά αλκοολισμού, ενώ προέρχονται από σπίτια συχνά διαταραγμένα λόγω διαζυγίου, χωρισμού ή της απουσίας ενός γονέα. >Ενήλικες με Αντικοινωνική Διαταραχή δεν έρχονται εύκολα από μόνοι τους για θεραπεία και είναι πιθανότερο να έχει μεσολαβήσει σωφρονιστικό ίδρυμα ή δικαστηριακή διαδικασία. Όταν εμφανίζονται σε ψυχιατρικές υπηρεσίες, προσέρχονται παρά τη θέλησή τους ή μόνο και μόνο προς αποφυγή νομικών συνεπειών. Έχουν την ικανότητα να ξεγελούν πολύ εύκολα και αρκετές φορές κατά τη ψυχιατρική συνέντευξη φαίνονται απόλυτα φυσιολογικοί. Γι αυτό και πολλές φορές η διάγνωση θα πρέπει να βασισθεί στη συλλογή πληροφοριών από την οικογένεια, το ευρύτερο περιβάλλον, τις αστυνομικές ή τις δικαστικές αρχές.

Η θεραπεία είναι εξαιρετικά δύσκολη, διότι το άτομο δεν είναι κινητοποιημένο για θεραπεία, δεν μαθαίνει από τις εμπειρίες του και δεν μπορεί να βάλει όρια στη συμπεριφορά του. Η ψυχοθεραπεία είναι σχεδόν πάντα η πιο κατάλληλη θεραπευτική αντιμετώπιση, καθώς χαρακτηρίζεται από τη δημιουργία μιας σχέσης εμπιστοσύνης σε ασφαλές πλαίσιο με έναν θεραπευτή—πάντα—που «αρνείται να χειραγωγηθεί». Τα φάρμακα (λίθιο, καρβαμαζεπίνη ή προπρανολόλη) μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να βοηθήσουν στη σταθεροποίηση των εναλλαγών της διάθεσης ή άλλων συμπτωμάτων που συνυπάρχουν. Ουδεμία έρευνα υπάρχει που να υποστηρίζει τη χρήση φαρμάκων για την άμεση αντιμετώπιση της διαταραχής. Μακρόχρονα συμπεριφορικά προσανατολισμένα προγράμματα σε νοσοκομεία ή φυλακές προσπαθούν να ελέγξουν την αντικοινωνική συμπεριφορά των ασθενών, να τους βοηθήσουν να βάλουν όρια και να αποκαταστήσουν τη λειτουργικότητά τους. Σε τέτοια περιβάλλοντα αυστηρών ορίων, οι ασθενείς εμφανίζουν αρχικά άγχος και αργότερα κατάθλιψη και γίνονται εμφανείς οι βαθύτερες δυσκολίες τους για στενή διαπροσωπική σχέση και ο φόβος τους για κριτική και απόρριψη. Τότε, ατομική και ομαδική ψυχοθεραπεία, με μεγάλο βαθμό υποστήριξης, μπορεί να βοηθήσει. Επιπλέον, υποστηρικτικές ομάδες που περιλαμβάνουν πρώην ασθενείς σε θεραπευτικούς ρόλους, συνεπικουρούν στη θεραπεία.

Διαγνωστικά κριτήρια κατά DSM

Υπάρχει εκτεταμένος τύπος περιφρόνησης και παραβίασης των δικαιωμάτων των άλλων από την ηλικία των 15 ετών και άνω—ενδεικτικό εάν ισχύουν τουλάχιστον τρία (ή και περισσότερα) από τα παρακάτω:

  • Αδυναμία του ατόμου να συμμορφωθεί με τις κοινωνικές σταθερές αναφορικά σε σύννομη συμπεριφορά, όπως φαίνεται από επαναλαμβανόμενες ενέργειες που θα μπορούσαν να προκαλέσουν σύλληψη—
  • Εξαπάτηση, όπως φαίνεται από επανειλημμένα ψέματα, χρήση πλαστών ονομάτων ή εξαπάτηση άλλων ατόμων για προσωπικό κέρδος ή ευχαρίστηση—
  • Παρορμητικότητα ή αδυναμία εκ των προτέρων σχεδιασμού—
  • Ευερεθιστότητα και επιθετικότητα, όπως φαίνεται από επανειλημμένους καβγάδες ή βιαιοπραγίες—
  • Απερίσκεπτη περιφρόνηση της ασφάλειας του ίδιου ή των άλλων—
  • Σταθερή ασυνέπεια, όπως φαίνεται από επανειλημμένη αδυναμία να διατηρήσει σταθερή εργασιακή συμπεριφορά ή να εκπληρώσει οικονομικές υποχρεώσεις—
  • Έλλειψη τύψεων, όπως φαίνεται από το ότι το άτομο είναι είτε αδιάφορο είτε εκλογικεύει το ότι πλήγωσε, κακομεταχειρίστηκε ή το ότι έκλεψε από κάποιον άλλον.

[ Δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά με τίτλο ‘Αντικοινωνική Διαταραχή της Προσωπικότητας’ στο τεύχος 105 του έντυπου μηνιαίου περιοδικού 30 Ημέρες Υγείας (Τζαβέλα, Ε 2015, ‘Αντικοινωνική Διαταραχή της Προσωπικότητας’, 30 Ημέρες Υγείας, Τεύχος 105, p. 56-57) ]